οκτωήχι

οκτωήχι
το
εκκλ. η Οκτώηχος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οκτωήχι-ον, υποκορ. τού οκτώηχος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • οκτωήχι, το — και (ο)χτωήχι, το εκκλησιαστικό βιβλίο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • χτωήχι — το, Ν το οκτωήχι, η οκτώηχος. [ΕΤΥΜΟΛ. < οκτωήχι, με σίγηση τού αρκτικού άτονου ο και ανομοιωτική τροπή τού κλειστού κ στο διαρκές χ (πρβλ. κτίζω: χτίζω)] …   Dictionary of Greek

  • οχτωήχι — το βλ. οκτωήχι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”